Τὰ καθ΄ Ηρὼ καὶ Λέανδρον 196-220
Πρωτότυπο
Λείανδρος δὲ πόθου βεβολημένος ὀξέι κέντρῳ
φράζετο, πῶς κεν ἔρωτος ἀεθλεύσειεν ἀγῶνα.
ἄνδρα γὰρ αἰολόμητις Ἔρως βελέεσσι δαμάζει
καὶ πάλιν ἀνέρος ἕλκος ἀκέσσεται. οἷσι δ᾽ ἀνάσσει,
αὐτὸς ὁ πανδαμάτωρ βουληφόρος ἐστὶ βροτοῖσιν.
αὐτὸς καὶ ποθέοντι τότε χραίσμησε Λεάνδρῳ.
ὀψὲ δ᾽ ἀλαστήσας πολυμήχανον ἔννεπε μῦθον·
«Παρθένε, σὸν δι᾽ ἔρωτα καὶ ἄγριον οἶδμα περήσω,
εἰ πυρὶ παφλάζοιτο καὶ ἄπλοον ἔσσεται ὕδωρ.
οὐ τρομέω βαρὺ χεῖμα τεὴν μετανεύμενος εὐνήν,
οὐ βρόμον ἠχήεντα περιπτώσσοιμι θαλάσσης.
ἀλλ᾽ αἰεὶ κατὰ νύκτα φορεύμενος ὑγρὸς ἀκοίτης
νήξομαι Ἑλλήσποντον ἀγάρροον. οὐχ ἕκαθεν γὰρ
ἀντία σεῖο πόληος ἔχω πτολίεθρον Ἀβύδου.
μοῦνον ἐμοὶ ἕνα λύχνον ἀπ᾽ ἠλιβάτου σέο πύργου
ἐκ περάτης ἀνάφαινε κατὰ κνέφας, ὄφρα νοήσας
ἔσσομαι ὁλκὰς Ἔρωτος ἔχων σέθεν ἀστέρα λύχνον.
καί μιν ὀπιπεύων, οὐκ ὀψὲ δύοντα Βοώτην,
οὐ θρασὺν Ὠρίωνα καὶ ἄβροχον ὁλκὸν Ἁμάξης,
Κύπριδος ἀντιπόροιο ποτὶ γλυκὺν ὅρμον ἱκοίμην.
ἀλλά, φίλη, πεφύλαξο βαρυπνείοντας ἀήτας,
μή μιν ἀποσβέσσωσι καὶ αὐτίκα θυμὸν ὀλέσσω,
λύχνον, ἐμοῦ βιότοιο φαεσφόρον ἡγεμονῆα.
εἰ ἐτεὸν δ᾽ ἐθέλεις ἐμὸν οὔνομα καὶ σὺ δαῆναι,
οὔνομά μοι Λείανδρος, ἐυστεφάνου πόσις Ἡροῦς.»
Μετάφραση στα Νέα Ελληνικά
Ο Λέανδρος χτυπημένος από τον πόθο σχεδίαζε πώς θα κερδίσει τον αγώνα του έρωτα. Μόνο ο πανούργος Έρωτας με τα βέλη του στοχεύει τον άνθρωπο και πάλι ο ίδιος γιατρεύει την πληγή. Αυτός βασιλεύει, αυτός νικά και σχεδιάζει τη βούληση των ανθρώπων. Αυτός βοήθησε και τότε τον Λέανδρο που ποθούσε. Μετά, αφού αναστέναξε, του έδωσε έξυπνη συμβουλή· «Κόρη, για τον έρωτά σου και άγριο κύμα θα περάσω, ακόμα κι αν βράζει από φωτιά, ακόμα κι αν είναι αταξίδευτο. Δεν φοβάμαι τη βαριά θύελλα που θα με φέρει στο κρεβάτι σου, ούτε τον κρότο της θάλασσας. Αλλά κάθε βράδυ θα είμαι το βρεγμένο ταίρι σου, θα κολυμπάω τα γάργαρα νερά του Ελλησπόντου. Γιατί μακριά σου δεν μένω, απέναντι στην πόλη της Αβύδου. Μόνο ένα λυχνάρι από τον ψηλό σου πύργο απέναντι βάλε για μένα να φωτίζει όταν βραδιάζει, για να το βλέπω και να γίνομαι πλοίο του Έρωτα έχοντας το λυχνάρι σου για αστέρι. Και βλέποντας αυτό, ούτε τον αργό στη δύση Βοώτη, ούτε τον θρασύ Ωρίωνα και το στεγνό σύρσιμο της άμαξας θα βλέπω, για να φτάσω στην απέναντι ακτή στον γλυκό όρμο της Αφροδίτης. Μόνο, πρόσεχε, αγάπη μου, τους βαρείς ανέμους μην το σβήσουν και με μιας χάσω κι εγώ την ψυχή μου, το λυχνάρι, τον φωτοδότη της ζωής μου. Αν θέλεις πράγματι και εσύ να μάθεις το όνομά μου, το όνομά μου είναι Λέανδρος, σύζυγος της στεφανωμένης Ηρούς.»
Μετάφραση στα Αγγλικά
And Leander, hit by the sharp sting of desire, was pondering how he could fight the contest of love. For cunning Eros, when he conquers a man with his arrows, will also heal that man’ s wound again; and for the mortals over whom he rules, the all-conqueror is he himself a counselor. He himself then helped also Leander in love. And at last, with a surge of emotion, he spoke a crafty speech: “Maiden, for your love I will cross even the wild sea, should it boil with fire and the water be closed to ships. I do not fear heavy storms when in quest of your bed, I will not shrink before the resounding roar of the sea; But always, at night, carried by the water – a drenched husband! – I shall swim the impetuous Hellespont. For not far off, opposite your city is mine, the city of Abydos. Only show me a lamp from your lofty tower, on the horizon through the darkness, so that, when I see it, I shall be the vessel of Eros, having as a star your love, and keeping my eyes on it – not on late – setting Boötes, not on bold Orion or on the dry track of the Wain – I may come to the sweet haven of my homeland across the sea. But, beloved, watch out for the hard-blowing winds, Lest they should quench it – and instantly I should lose my life – the lamp, the luminous guide of my existence. And if truly you also want to know my name. Leander is my name, husband of Hero of the beautiful crown.”
Συνδεδεμένοι
μύθοι