reference texts
reference texts

Dionysiaca 21.53-68

Original


τοῖα μὲν ἀμπελόεσσα κορυμβοφόρῳ φάτο φωνῇ
ἀμβροσίη τανύφυλλος, ἀρασσομένοιο Λυκούργου:
καὶ χλοεροῖς δεσμοῖσι κατάσχετος ἄγριος ἀνὴρ                            
ἀρραγέων ἀτίνακτος ἀλυκτοπέδῃσι πετήλων
ἀμφιπαγὴς ἀλάλαζεν ἀπειλείων Διονύσῳ:
οὐδὲ φυγεῖν σθένος εἶχε, μάτην δ’ ἐτίνασσεν ἀνάγκῃ
οὐτιδαναῖς ἑλίκεσσι περίπλοκον ἀνθερεῶνα:
οὐδὲ δι’ ἀσφαράγοιο μέση πορθμεύετο φωνὴ                             
θλιβομένου στεφανηδόν: ἐκυκλώσαντο δὲ Βάκχαι
αὐχένα μιτρωθέντα μέσον πνικτῆρι κορύμβῳ.
καὶ πέλεκυν δασπλῆτα δορυσσόος ἥρπασεν Ἄρης
παιδὸς ἑοῦ: Βρομίην γὰρ ἐδείδιε λυσσάδα Βάκχην,
μὴ φονίῳ βουπλῆγι δέμας πλήξειε Λυκούργου:                            
οὐδὲ Δρυαντιάδην χλοερῶν ἀπελύσατο δεσμῶν,
καὶ μάλα περ ποθέων, στεροπῇ δ’ ὑπόειξε τοκῆος
δοῦπον ἀπειλητῆρα Διὸς βρονταῖον ἀκούων.

Translation in Greek


Η Αμβροσία, που είχε πλούσια κλαδιά από αμπέλια και πλούσιο φύλλωμα, με τέτοια φωνή μίλησε στον χτυπημένο Λυκούργο. Ο άγριος άντρας πιασμένος στα ζωντανά δεσμά, ακίνητος και περιτριγυρισμένος από τα ενοχλητικά, σταθερά, μεγάλα δεσμά φώναζε απειλώντας τον Διόνυσο. Δεν είχε τη δύναμη να ξεφύγει, μάταια -αλλά από ανάγκη- τίναζε τα πλεγμένα κλαδιά των αμπελιών στο πηγούνι του. Ούτε μπορούσε να βγάλει φωνή, επειδή πιεζόταν στη μέση του λαιμού του με μορφή στεφανιού. Οι Βάκχες περικύκλωσαν τον αυχένα του, που ήταν στη μέση περικυκλωμένος από τα αποπνικτικά κλαδιά. Και ο ανδρείος Άρης άρπαξε τον φοβερό πέλεκυ του γιου του, γιατί φοβήθηκε ότι η μανιασμένη Βάκχη του Διονύσου θα τραυματίσει με το φονικό τσεκούρι το σώμα του Λυκούργου. Δεν απελευθέρωσε, όμως, τον γιο του Δρύαντα από τα χλοερά δεσμά, παρόλο που το ποθούσε υπερβολικά, αλλά αποχώρησε με μια αστραπή, επειδή άκουσε τον απειλητικό θόρυβο του κεραυνού του πατέρα του Δία.

Translation in English


So cried Ambrosia out of the vine with her grapy voice, whipping Lycurgos with her long foliage ; and the wild man caught in the fresh green bonds, immovable, smothered all round in the galling fetters of leaves which he could not tear, roared defiance against Dionysos. He had no strength to escape; in vain he shook his throat wound about with the tiny tendrils in strong constraint. His voice could find no ferry through the gullet throttled with wreathing growths. The Bacchant women thronged round him, his neck confined in the middle of the stifling clusters. Spearmaster Ares caught up his son's frightful axe; for he feared that the mad Bacchants might strike the body of Lycurgos with that bloody poleaxe; but he did not release Dryas' son from the leafy bonds, much as he desired to do it - he gave way on hearing the threatening sound of Zeus's thunder, and at the flash of his father's lightning.


Author: Nonnus of Panopolis

Language : Ancient Greek

Text type: Epic poerty

Points of interest

Related
Myths

x
This site is using cookies to ensure that we give you the best experience on our website. If you continue by pressing the "Accept" button, we assume that you consent to receive all cookies on Mythotopia
Accept