κείμενα/αναφορές
κείμενα/αναφορές

Έργα και Ημέραι 502-528

Πρωτότυπο


δείκνυε δὲ δμώεσσι θέρευς ἔτι μέσσου ἐόντος·
“οὐκ αἰεὶ θέρος ἐσσεῖται, ποιεῖσθε καλιάς.”
Mῆνα δὲ Ληναιῶνα, κάκ’ ἤματα, βουδόρα πάντα,
τοῦτον ἀλεύασθαι καὶ πηγάδας, αἵτ’ ἐπὶ γαῖαν                      
πνεύσαντος Βορέαο δυσηλεγέες τελέθουσιν,
ὅς τε διὰ Θρῄκης ἱπποτρόφου εὐρέι πόντῳ
ἐμπνεύσας ὤρινε, μέμυκε δὲ γαῖα καὶ ὕλη·
πολλὰς δὲ δρῦς ὑψικόμους ἐλάτας τε παχείας
οὔρεος ἐν βήσσῃς πιλνᾷ χθονὶ πουλυβοτείρῃ                       
ἐμπίπτων, καὶ πᾶσα βοᾷ τότε νήριτος ὕλη·
θῆρες δὲ φρίσσουσ’, οὐρὰς δ’ ὑπὸ μέζε’ ἔθεντο·
τῶν καὶ λάχνῃ δέρμα κατάσκιον: ἀλλά νυ καὶ τῶν
ψυχρὸς ἐὼν διάησι δασυστέρνων περ ἐόντων·
καί τε διὰ ῥινοῦ βοὸς ἔρχεται οὐδέ μιν ἴσχει,                       
καί τε δι’ αἶγα ἄησι τανύτριχα· πώεα δ’ οὔτι,
οὕνεκ’ ἐπηεταναὶ τρίχες αὐτῶν, οὐ διάησιν
ἲς ἀνέμου Βορέω· τροχαλὸν δὲ γέροντα τίθησιν
καὶ διὰ παρθενικῆς ἁπαλόχροος οὐ διάησιν,
ἥ τε δόμων ἔντοσθε φίλῃ παρὰ μητέρι μίμνει,                       
οὔπω ἔργα ἰδυῖα πολυχρύσου Ἀφροδίτης·
εὖ τε λοεσσαμένη τέρενα χρόα καὶ λίπ’ ἐλαίῳ
χρισαμένη μυχίη καταλέξεται ἔνδοθι οἴκου,
ἤματι χειμερίῳ, ὅτ’ ἀνόστεος ὃν πόδα τένδει
ἔν τ’ ἀπύρῳ οἴκῳ καὶ ἤθεσι λευγαλέοισιν.                              
οὐδὲ οἱ ἠέλιος δείκνυ νομὸν ὁρμηθῆναι·
ἀλλ’ ἐπὶ κυανέων ἀνδρῶν δῆμόν τε πόλιν τε
στρωφᾶται, βράδιον δὲ Πανελλήνεσσι φαείνει.

Μετάφραση στα Νέα Ελληνικά


Και συμβούλευε τους δούλους, ενώ το καλοκαίρι βρίσκεται στη μέση «δεν θα είναι πάντα καλοκαίρι, να φτιάξετε μικρές καλύβες». Πρόσεχε τον μήνα Ληναιώνα, κακές ημέρες, που γδέρνουν τα πάντα ακόμη και τα βόδια, και την πάχνη, που σκληρή απλώνεται στη γη από τον Βοριά που πνέει. Αυτός από την αλογοτρόφα Θράκη την πλατιά θάλασσα φυσώντας ξεσηκώνει. Μουγκρίζει η γη και το δάσος. Πολλές πανύψηλες βελανιδιές και ογκώδη έλατα στα φαράγγια του όρους τα ρίχνει κάτω στην πολύτροφη γη με το φύσημά του. Και τότε το μεγάλο δάσος βουίζει. Ορθώνονται οι τρίχες των αγριμιών και τις ουρές τους βάζουν ανάμεσα στα σκέλια. Κάποια από αυτά έχουν δέρμα καλυμμένο με τρίχωμα, και πάλι όμως τα διαπερνά ο ψυχρός άνεμος, μολονότι είναι δασύτριχα. Και μέσα από το δέρμα του βοδιού περνάει και της κατσίκας, που είναι μαλλιαρή. Τα πρόβατα όμως δεν τα αγγίζει ο άνεμος Βορέας, γιατί είναι οι τρίχες τους άφθονες. Τον γέροντα από την άλλη πλευρά τον κάνει να κινείται γρήγορα, ενώ το απαλό δέρμα μιας παρθένας δεν το διαπερνά. Αυτή μέσα στο σπίτι μένει κοντά στη μητέρα της χωρίς ακόμη να γνωρίζει τα ζητήματα της χρυσοστόλιστης Αφροδίτης. Και αφού καλά λούσει το απαλό της δέρμα και αλειφθεί με λάδι, πλαγιάζει στο βάθος του σπιτιού τις χειμωνιάτικες μέρες, όταν αυτός που δεν έχει κόκαλα ροκανίζει το πόδι του σε ένα σπίτι χωρίς φωτιά με θλιβερή διάθεση. Ούτε ο ήλιος του δείχνει τροφή για να ορμήσει, αλλά στη γη και την πόλη των μελαμψών ανθρώπων στριφογυρνά και πιο αργά εμφανίζεται σε όλους τους Έλληνες.

Μετάφραση στα Αγγλικά


Avoid the month Lenaeon [late January, early February], wretched days, all of them fit to skin an ox, and the frosts which are cruel when Boreas blows over the earth. He blows across horse-breeding Thrace upon the wide sea and stirs it up, while earth and the forest howl. On many a high-leafed oak and thick pine he falls and brings them to the bounteous earth in mountain glens: then all the immense wood roars and the beasts shudder and put their tails between their legs, even those whose hide is covered with fur; for with his bitter blast he blows even through them although they are shaggy-breasted. He goes even through an ox's hide; it does not stop him. Also he blows through the goat's fine hair. But through the fleeces of sheep, because their wool is abundant, the keen wind Boreas pierces not at all; but it makes the old man curved as a wheel. And it does not blow through the tender maiden who stays indoors with her dear mother, unlearned as yet in the works of golden Aphrodite, and who washes her soft body and anoints herself with oil and lies down in an inner room within the house, on a winter's day when the Boneless One [octopus or cuttle] gnaws his foot in his fireless house and wretched home; for the sun shows him no pastures to make for, but goes to and fro over the land and city of dusky men [the southern Aethiopians], and shines more sluggishly upon the whole race of the Hellenes. Then the horned and unhorned denizens of the wood, with teeth chattering pitifully, flee through the copses and glades, and all, as they seek shelter, have this one care, to gain thick coverts or some hollow rock. Then, like the Three-legged One [old man with walking-stick] whose back is broken and whose head looks down upon the ground, like him, I say, they wander to escape the white snow.


Συγγραφέας: Ησίοδος

Γλώσσα : Αρχαία Ελληνικά

Γραμματειακό είδος: Διδακτική ποίηση

τοποθεσίες

Συνδεδεμένοι
μύθοι

x
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να σας προσφέρει την καλύτερη εμπειρία χρήσης. Θεωρούμε ότι αποδέχεστε την αποθήκευση όλων των cookies πατώντας το κουμπί "Αποδοχή"
Αποδοχή