Κωμόπολη στην πεδιάδα της Ξάνθης. Ήταν ιδιαίτερα γνωστή για τα καπνά της - γεγονός που επέτρεψε τη μεγάλη οικονομική της ανάπτυξη ιδιαίτερα κατά τον 18ο και 19ο αιώνα.
Υπήρξε διοικητική έδρα της περιοχής (πρωτεύουσα του τότε καζά) μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα, οπότε και καταστράφηκε από πυρκαγιά που ξέσπασε τον Αύγουστο του 1870. Οι μεταγενέστερες αφηγήσεις έδωσαν μυθικές διαστάσεις στην πυρκαγιά, η οποία παρουσιάζεται ως αποτέλεσμα εμπρησμού που πραγματοποιήθηκε από Οθωμανό προύχοντα.
Σύμφωνα με την πρώτη εκδοχή του μύθου, ο Μεχμέτ Πασάς, πλούσιος Οθωμανός γαιοκτήμονας, έκαψε την πόλη για να εκδικηθεί τους κατοίκους της, επειδή αντέδρασαν στη χάραξη της σιδηροδρομικής γραμμής και δεν επέτρεψαν τη δημιουργία σιδηροδρομικού σταθμού στην πόλη της Γενισέας, με αποτέλεσμα το σιδηροδρομικό δίκτυο να περάσει από τη γειτονική πόλη της Ξάνθης.
Σύμφωνα με τη δεύτερη και επικρατέστερη εκδοχή του μύθου, η πυρκαγιά της Γενισέας υπήρξε αποτέλεσμα του έντονου ανταγωνισμού που εκδηλώθηκε ανάμεσα σε δύο Οθωμανούς γαιοκτήμονες της περιοχής. Ο Χαλήλ πασάς, ο οποίος διέθετε μεγάλες εκτάσεις γης στην περιοχή της Ξάνθης, έβαλε τη φωτιά για να καταστρέψει τον ανταγωνιστή του Χατζή Εμίν Αγά, ο οποίος είχε το μεγαλύτερο μέρος της γαιοκτησίας του στη Γενισέα.
Πολλά από τα κτίρια της πόλης έχουν χαρακτηριστεί διατηρητέα μνημεία, όπως το κτίριο του ΟΤΕ, το Πολιτιστικό Κέντρο του Δήμου (οικία Γεωργίου Χιάλη). Αξιόλογο είναι και το τζαμί, ένα από τα παλαιότερα της περιοχής. Σήμερα, η Γενισέα αποτελεί μωσαϊκό πολιτισμών.