Ιλιάδα 6.130-140
Πρωτότυπο
Μετάφραση στα Νέα Ελληνικά
Και δεν έζησε για πολύ καιρό ο γιος του Δρύαντα, ο ισχυρός Λυκούργος, αυτός που με τους επουράνιους θεούς μάλωνε με ευκολία, και που κάποτε τις τροφούς του μαινόμενου Διονύσου σκόρπισε στο ιερό της Νύσας. Αυτές όλες έριχναν στο έδαφος τα ιερά σκεύη των θυσιών, ενώ συγχρόνως ο Λυκούργος, ο δολοφόνος αντρών, τις έπληγε με τσεκούρι για τα βόδια. Ο Διόνυσος, επειδή τρομοκρατήθηκε, βυθίστηκε στο κύμα της θάλασσας, ενώ η Θέτιδα τον δέχτηκε στον κόρφο της φοβισμένο. Γιατί μεγάλος τρόμος επικρατούσε από τη φωνή του άντρα. Έπειτα με αυτόν οι ζωντανοί θεοί εύκολα θύμωσαν και τον τύφλωσε ο γιος του Κρόνου, ο Δίας. Ούτε επομένως έζησε για πολύ καιρό ακόμη, επειδή ήταν μισητός σε όλους τους αθάνατους θεούς.
Μετάφραση στα Αγγλικά
Why, not even the mighty Lycurgus, son of Dryas, survived his quarrel with the gods of heaven for very long! He had chased the nurses of the frenzied Dionysus over the holy mount of Nysa, and one and all dropped their sacred wands as the murderous Lycurgus struck at them with his ox-goad. Terrified at the man’s furious rage, Dionysus fled into the sea, where, fearful and trembling, Thetis enfolded him in her arms. But the gods who live at ease were angry with Lycurgus, and the son of Cronos struck him blind; and he lived not for long, for he was hated by all the immortal gods.