κείμενα/αναφορές
κείμενα/αναφορές

Metamorphoses 11.301-317

Πρωτότυπο


Nata erat huic Chione. Quae dotatissima forma
mille procos habuit, bis septem nubilis annis.
Forte revertentes Phoebus Maiaque creatus,
ille suis Delphis, hic vertice Cylleneo,
videre hanc pariter, pariter traxere calorem.                                              
Spem veneris differt in tempora noctis Apollo,
non fert ille moras virgaque movente soporem
virginis os tangit: tactu iacet illa potenti
vimque dei patitur. Nox caelum sparserat astris:
Phoebus anum simulat praereptaque gaudia sumit.                                
Ut sua maturus complevit tempora venter,
alipedis de stirpe dei versuta propago
nascitur, Autolycus, furtum ingeniosus ad omne,
candida de nigris et de candentibus atra
qui facere adsuerat, patriae non degener artis;                                        
nascitur e Phoebo (namque est enixa gemellos)
carmine vocali clarus citharaque Philammon.

Μετάφραση στα Νέα Ελληνικά


Απέκτησε (ενν. ο Δαιδαλίωνας) μια κόρη, τη Χιόνη.  Ήταν προικισμένη με τόση ομορφιά που στα δεκατέσσερά της την επιθυμούσαν χίλιοι γαμπροί. Έτυχε να επιστρέφουν ο Φοίβος και ο γιος της Μαίας (δηλ. ο Ερμής), ο πρώτος από τους Δελφούς του, ο δεύτερος από την κορυφή της Κυλλήνης, την αντίκρυσαν κι οι δυο, κι οι δυο κάηκαν από πόθο. Ο Απόλλωνας συγκράτησε τις ερωτικές του ελπίδες μέχρι να πέσει η νύχτα, όμως ο Ερμής δεν μπορούσε να περιμένει και με το ραβδί του που φέρνει ύπνο άγγιξε τα χείλη της παρθένας. Με το άγγιγμα αποκοιμήθηκε και ένιωσε τη βία του θεού. Η νύχτα γέμισε τον ουρανό με άστρα. Ο Απόλλωνας μεταμορφώθηκε σε γριά και πήρε τις χαρές που είχε αναβάλει. Όταν η μήτρα της συμπλήρωσε τον απαραίτητο χρόνο, γεννήθηκε για τον φτερωτό θεό γιος παμπόνηρος, ο Αυτόλυκος, πανέξυπνος για κάθε πονηριά, που μπορούσε να κάνει το μαύρο άσπρο και το άσπρο μαύρο, καθόλου κατώτερος από τον πατέρα του στην τέχνη της απάτης. Και για τον Φοίβο γεννήθηκε (γιατί έκανε δίδυμα) ο Φιλάμμωνας, ξακουστός στο τραγούδι και τη λύρα.

Μετάφραση στα Αγγλικά


My brother had a daughter Chione so beautiful she pleased a thousand men, when she had reached the marriageable age of twice seven years. It happened by some chance that Phoebus and the son of Maia, who returned - one from his Delphi, the other from Cyllene's heights - beheld this lovely maid both at the same time, and were both inflamed with passion. Phoebus waited till the night. Hermes could not endure delay and with the magic of his wand, that causes sleep, he touched the virgin's face; and instantly, as if entranced, she lay there fast asleep, and suffered violence from the ardent god. When night bespangled the wide heaven with stars, Phoebus became an aged crone and gained the joy he had deferred until that hour. When her mature womb had completed time Autolycus was born, a crafty son, who certainly inherited the skill of wingfoot Mercury, his artful sire, notorious now; for every kind of theft. In fact, Autolycus with Mercury's craft, loved to make white of black, and black of white. But Phoebus' child, for Chione bore twins, was named Philammon, like his sire, well known to all men for the beauty of his song and famous for his handling of the lyre.


Συγγραφέας: Οβίδιος

Γλώσσα : Λατινικά

Γραμματειακό είδος: Έπος

τοποθεσίες

Συνδεδεμένοι
μύθοι

x
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να σας προσφέρει την καλύτερη εμπειρία χρήσης. Θεωρούμε ότι αποδέχεστε την αποθήκευση όλων των cookies πατώντας το κουμπί "Αποδοχή"
Αποδοχή